26.2.09

Αποσπασματισμός



Ο τόπος είχε κιόλας αρχίσει να ξεραίνεται. Δεν είχε βρέξει για δύο μήνες – εδώ κάτω τουλάχιστον. Περίμενοντας το φανάρι κοίταξα αφηρημένα μέσα από το αυτοκίνητο τον δίποδο πύργο της Universal Life. Κοίταξα την ώρα στο καντράν. Όταν ξανακοίταξα έξω, είχε κιόλας σουρουπώσει, απότομα.

Τα πρεζόνια που περιμένουν στο μηχάνημα της Λέστερ Σκουέρ να γυρίσει η μέρα τα μεσάνυχτα, για να πάρουνε δυο φορές το ημερήσιο όριο αναλήψεων: μία στις 23:59 και μία στις 00:01.

Σιωπή στο στάδιο. Μια ολόκληρη πόλη βρίσκεται εδώ. Κάτω από τον αποσκελετωμένο θώρακα της στέγης.

Το θεϊκό σου πάτημα δεν άκουσα, δεν είδα
Ατάραχη σαν ουρανός μ’ όλα τα κάλλη που ’χει


Κάτσε, κάτσε, φίλε μου. Πες μου σε παρακαλώ, τι νιώθει την ανάγκη να τραγουδήσει ο ελληνικός κυπριακός λαός την ώρα του εθνικού θριάμβου; Εμβατήρια. Ποια εμβατήρια; Το Είμαι εγώ ο ναύτης του Αιγαίου με ρεφραίν Ελλάς-Ελλήνων-Χριστιανών. Ε. Ε.

Σκοτεινοί δρόμοι. Είτε έχει ζέστη είτε κάνει κρύο είναι αδύνατο να το δεις, όπως φαίνεται η ζέστη και το κρύο σε άλλες πόλεις. Δεν μπορείς να δεις τη νύχτα ούτε το κρύο ούτε τη ζέστη, αφού δεν υπάρχουν πεζοί στους δρόμους της παλιάς πόλης, για να δεις τον ιδρώτα και το δέρμα να γυαλίζει στην υγρασία, ή παλτά και κασκόλ. Μόνον τα ελάχιστα φώτα σκονίζουν τις επιφάνειες των γέρικων κτηρίων με λίγο μουντό πορτοκαλί, ενώ πού και πού κάποιο αυτοκίνητο ανοίγει δρόμο στραβώνοντάς σε με τα φώτα του.

Για λίγους μήνες μετά τον Απρίλιο του '03 ζήσαμε με βερολινέζικα οράματα, με παραισθήσεις μεγαλείου και ανοιχτωσιάς.

Το έτος είναι 2007. Οι Έλληνες ακόμα ψάχνουν τους Έλληνες, σκλάβοι πάντοτε των ονομάτων, λέξεων. Όμως πάλι, οι λέξεις τους έφτιαξαν, οι λέξεις θα τους ξεκάνουν.

Ο σχετικισμός στην υπηρεσία του κυνισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: